10%
προηγούμενα τεύχη | σύνδεσμοι | οδηγός πόλης | INFO in english  
  περιεχόμενα τεύχους    
 
 

Εάν υποψιαστώ

Οι ορκισμένες παρθένες της Αλβανίας

του Νίκου Μελά

Στους πληθυσμούς της Βόρειας Αλβανίας, αλλά και στους Αλβανούς του Μαυροβουνίου, του Κοσσόβου και της ΠΓΔΜ τα πράγματα γίνονται άκρως ενδιαφέροντα όταν μια οικογένεια μείνει χωρίς αρσενικούς απογόνους. Οι κοινωνικές συμβάσεις ανατρέπονται, δημιουργούνται νέες και... ούτε γάτα, ούτε ζημιά!

Όταν στις αρχές του 20 ου αιώνα η αγγλίδα περιηγήτρια Edith Durham ταξίδευε στη μουσουλμανική Βόρειο Αλβανία, συνάντησε κάτι που μέχρι τότε αγνοούσε ολόκληρη η Δυτική Ευρώπη και κατ’ επέκταση ο κόσμος. Στα χωριά των Γκέκηδων συναντούσε -σπάνια είναι η αλήθεια- μερικούς ασυνήθιστους άνδρες. Πιο λεπτοφτιαγμένους, με πιο ψιλή φωνή, χωρίς γένια και, εντελώς περίεργα, με στήθος!

Ωστόσο, δεν υπήρχε η παραμικρή αμφιβολία πως ήταν άντρες, αφού ήταν ντυμένοι με ανδρικά ρούχα, είχαν ανδρικές συνήθειες, ανδρικούς τρόπους και πάνω απ’ όλα ανδρικό κοινωνικό ρόλο. Σε μια κοινωνία όπου οι γυναίκες έμεναν κλεισμένες μέσα στα σπίτια, «αυτοί» κυκλοφορούσαν ελεύθεροι, πήγαιναν στα καφενεία, υποδέχονταν τους ξένους στο σπίτι (υποχρέωση αλλά και αποκλειστικό προνόμιο των αντρών, αφού στις γυναίκες επιτρεπόταν μόνον να σερβίρουν και μετά να εξαφανιστούν στα ενδότερα του σπιτιού). Κανόνιζαν τις γεωργικές δουλειές, οργάνωναν τις αγοραπωλησίες, αποφάσιζαν το χτίσιμο των σπιτιών, συμφωνούσαν τους γάμους, ρύθμιζαν τα χρέη της οικογένειας. Όλοι αναφέρονταν σε αυτούς χρησιμοποιώντας καταλήξεις αρσενικού γένους, όλοι τους σέβονταν ως αρχηγούς των οικογενειών τους.

Ζητώντας πληροφορίες, η Durham έμαθε ότι αυτοί οι άνδρες ήταν κάτι το μοναδικό. Δεν επρόκειτο για άτομα με γενετική ή ορμονική διαταραχή. Δεν επρόκειτο για κάποια «ανωμαλία της φύσεως» ή για κάποια παράξενη, κοινωνικά αποκλεισμένη μειονότητα. Κανείς δεν έκανε νύξη για ένα «τρίτο φύλο». Αυτοί οι ασυνήθιστοι άντρες ήταν στην πραγματικότητα γυναίκες, οι οποίες κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες και προϋποθέσεις είχαν αλλάξει το κοινωνικό τους φύλο και είχαν γίνει «άντρες», κατάσταση απολύτως αποδεκτή από την τοπική κοινωνία! Επρόκειτο για τις verginesha, τις «ορκισμένες παρθένες» των Βαλκανίων.

Αρκετά αργότερα, ο ανθρωπολόγος Rene Gremaux εντόπισε εκατόν είκοσι τέτοιες περιπτώσεις και ανατρέχοντας στη βιβλιογραφία παρουσίασε μιαν εμπεριστατωμένη μελέτη του φαινομένου.

Από αιώνες, οι αγροτικές-κτηνοτροφικές κοινωνίες της ορεινής, Βορείου Αλβανίας ήταν οργανωμένες με βάση πατριαρχικές οικογένειες, οι οποίες εμπλέκονταν σε συνεχείς συγκρούσεις και βεντέτες μεταξύ τους. Οι εσωτερικές σχέσεις αυτών των οικογενειών καθορίζονταν από έναν άγραφο κώδικα, το «κανούν» (κανόνα) και τον αυστηρό διαχωρισμό των δύο φύλων, που έδινε μια σαφώς χαμηλότερη κοινωνική θέση στις γυναίκες.

Αντίθετα απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς, αυτό το σκληρό και άκαμπτο σύστημα άφηνε, για κάθε ενδεχόμενο, ένα μικρό παράθυρο ανοικτό. Μια γυναίκα μπορούσε να αλλάξει τη μοίρα της και να αναλάβει ανδρικό ρόλο με μία προϋπόθεση: ότι θα ορκίζονταν μπροστά στους γηραιότερους της οικογένειας αγαμία και παρθενία για την υπόλοιπή της ζωή.

Ποιοι θα μπορούσαν να είναι οι λόγοι που θα οδηγούσαν μια γυναίκα σε αυτή την περίεργη (και αναμφίβολα σκληρή) απόφαση; Γιατί θα διάλεγε κάποια να γίνει άντρας, αν σε αντάλλαγμα να πρέπει να διαγράψει τη σεξουαλική του/της ζωή; Γιατί το να μείνει έγκυος μια «ορκισμένη παρθένα» τιμωρείτο με λιθοβολισμό ή με θάνατο στη πυρά!

Οι λόγοι που βάραιναν για μια τέτοια απόφαση ήταν κυρίως δύο. Στις πατριαρχικές κοινωνίες οι δουλειές και οι υποχρεώσεις ήταν σαφώς προσδιορισμένες και σαφείς για τα δύο φύλα. Αν μια οικογένεια έμενε χωρίς αρσενικούς απογόνους ή χωρίς κάποιον ενήλικο άνδρα να διαχειριστεί την περιουσία της, μοιραία το βάρος έπεφτε στους ώμους της μεγαλύτερης κόρης. Λόγω όμως του ότι μια γυναίκα δεν ήταν δυνατόν να κάνει ανδρικές δουλειές και να συναναστρέφεται με άντρες, η συμβιβαστική φόρμουλα, που δε συγκρούονταν με τα κοινωνικά στερεότυπα, ήταν η γυναίκα να... αλλάξει φύλο. Μετά από μια τελετή-συμφωνία, όλοι την αντιμετώπιζαν πια σαν άντρα. Ο όρκος της αγαμίας είχε την πρακτική έννοια ότι η οικογενειακή περιουσία δε θα χάνονταν ως προίκα που αναγκαστικά θα έπαιρνε μαζί της η νύφη.

Ο δεύτερος λόγος που οδηγούσε στον όρκο της παρθενίας ήταν ακόμη πιο σκληρός. Με το που γεννιόταν ένα κορίτσι, η οικογένειά της αποφάσιζε το μέλλοντα γαμπρό ανάλογα με τα οικονομικά της συμφέροντα και τις στρατηγικές της συμμαχίες. Μόνος τρόπος για να αποφύγει ένα κορίτσι το προδιαγεγραμμένο του μέλλον, ήταν να αλλάξει φύλο. Ο όρκος της παρθενίας εξυπηρετούσε εδώ έναν εντελώς διαφορετικό σκοπό απ’ ό,τι στη πρώτη περίπτωση. Αν η ορκισμένη παρθένα παντρευόταν, αυτό θα θεωρείτο μέγιστη προσβολή για την οικογένεια του προσυμφωνημένου γαμπρού, η οποία θα θεωρούσε ότι (εξ)απατήθηκε. Θα ξεκινούσε, έτσι, μια βεντέτα για το ξέπλυμα της ντροπής (κατά τα μανιάτικα ή τα κρητικά πρότυπα) η οποία θα ξεκλήριζε τις δύο οικογένειες.

Είναι, πάντως, ενδιαφέρον ότι η αλλαγή του κοινωνικού φύλου και ο συνεπακόλουθος τρανσβεστισμός δε συνεπάγονταν και αλλαγή της σεξουαλικής ταυτότητας. Οι αναφορές για λεσβιακές σχέσεις ανάμεσα στις verginesha είναι ελάχιστες. Αντίθετα αναφέρονται περιστατικά ετεροφυλόφιλου γάμου αργότερα στη ζωή μιας ορκισμένης παρθένας, πράγμα που μας κάνει να πιστεύουμε ότι οι σκληρές ποινές για την αθέτηση του όρκου δεν εφαρμόζονταν πάντοτε.

Επιλεγμένη βιβλιογραφία

Durham, Mary Edith: “High Albania and its customs in 1908”. Journal of the Royal Anthropological Institute 40:453-72 (1910).

Gremaux, Rene: “Mannish women of the Balkan mountains : preliminary notes on the ‘sworn virgins’ in male disguise, with special reference to their sexuality and gender-identity”. In: Sappho to de Sade: Moments in the history of sexuality, ed. Jan Bremmer, 143-72, London , Routledge (1989) .

Kaser, Karl: “Die Mannfrau in der patriarchalen Gesselschaften des Balkans und der Mythos vom Matriarchat”. Zeitschrift fuer feministische Geschichtswissenschaft 4,(1994).

Dickermann, Mildred: ‘The Balkan Sworn Virgin, a cross-gendered female role”. In Islamic Homosexualities, ed. Stephen Murray, Will Roscoe, New York University Press (1997).